ENG

Χιλή

A A

Στη Χιλή, τα πρώτα αμπέλια και μαζί και η αμπελοκαλλιέργεια, εμφανίζονται στα μέσα του 16ου αιώνα με φορείς τους Ισπανούς conquistadors, που αντάλλασσαν κουδουνίστρες με χρυσάφι και τους ιεραπόστολους που εκπολίτιζαν τους ξυπόλυτους ινδιάνους. Έρχονται από το Μεξικό, μέσω του Περού, και φυτεύονται στην περιοχή γύρω από την πρωτεύουσα Santiago βρίσκοντας γόνιμο έδαφος και ένα πολύ καλά προστατευμένο περιβάλλον με ιδανικές συνθήκες, σχεδόν μεσογειακές. Στη μακρόστενη χώρα (με μήκος 2.700 μιλίων και πλάτος που δεν ξεπερνά τα 100 μίλια), η έρημος Atacama στα βόρεια, οι πάγοι της Ανταρτικής στο νότο, η οροσειρά των Άνδεων στα ανατολικά και ο Νότιος Ειρηνικός ωκεανός, οριοθετούν τα φυσικά σύνορα της γόνιμης κεντρικής Χιλής, από όπου παράγονται μερικά από τα  καλύτερα και γνωστότερα κρασιά του κόσμου.


Οι γαλλικές επιρροές
Πολιτικά και κοινωνικά, η Χιλή υπήρξε πάντα υπό την αιγίδα της ισπανικής σχολής. Ωστόσο, στα μέσα του 19ου αιώνα, η αριστοκρατία και οι εύποροι Χιλιανοί εμφάνισαν στοιχεία μιμητισμού και επιρροής από τη γαλλική κοινωνία. Προσπάθησαν να αντιγράψουν τα γαλλικά châteaux στην αρχιτεκτονική, τη γαστρονομία, τις τέχνες. Το γαλλικό μοντέλο εμφανίστηκε σαν πρότυπο και η υψηλή κοινωνία άρχισε να μπολιάζεται με την αγάπη για το καλό κρασί. Νέοι αμπελώνες φυτεύτηκαν με γαλλικές ποικιλίες, κυρίως από την περιοχή του Bordeaux και όποτε δινόταν η ευκαιρία, προσκαλούσαν οινολόγους από τη Γαλλία για να παρέχουν συμβουλές, πολύ πριν ο Michel Rolland και οι λοιποί δημιουργήσουν το φαινόμενο των ιπτάμενων οινοποιών. Στον 20ο αιώνα, καθώς η πολιτική αστάθεια, ο ανύπαρκτος φιλελευθερισμός, η γραφειοκρατία και η οικονομική ύφεση δεν δημιουργούσαν ικανές συνθήκες για επενδύσεις, η Χιλή παρήγαγε κρασί κυρίως για εσωτερική κατανάλωση. Η κατάσταση θα παραμείνει έτσι μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1980.

Διεθνείς επενδυτές και icon ετικέτες
Έκτοτε η Χιλή ξεκινάει ένα εντυπωσιακό άνοιγμα προς τις αναπτυγμένες αγορές της Ευρώπης και προσπαθεί να προσελκύσει επενδυτές. Το χορό στον τομέα του κρασιού ανοίγει ο Torres από την Ισπανία και θα ακολουθήσει το Laffitte Rothschild από το Bordeaux. Ο Paul Pontalier, τεχνικός διευθυντής του Château Margaux και ο Bruno Prats, ιδιοκτήτης τότε του Cos d'Estournel, ξεκίνησαν από κοινού το οινοποιείο τους Domaine Paul Bruno δίνοντας το στίγμα του ενδιαφέροντος για τις δυνατότητες της Χιλής. Κεφάλαια από τις Η.Π.Α. δεν αργούν να εισρεύσουν και πρώτος ο Agustin Huneeus επενδύει στην περιοχή Casablanca. Παράλληλα οι παραδοσιακοί οίκοι παραγωγής οίνων της Χιλής, όπως οι Cusino-Macul, Concha y Toro, Vina Errazuriz, Santa Rita κ.α., ακολουθούν τις εξελίξεις. Χωρίς κανένα δείγμα ξενοφοβίας μαθαίνουν από τους ξένους επενδυτές και πολλές φορές συνεργάζονται μαζί τους. Η συνεργασία αυτή, σε μερικές περιπτώσεις δημιούργησε προϊόντα συνοινοποίησης υψηλού γοήτρου με παγκόσμια απήχηση και αποτέλεσε εφαλτήριο για τα κρασιά της Χιλής. Η αρχή έγινε με το Seňa του 1995, που πρωτοκυκλοφορεί το 1998 από τον Robert Mondavi σε συνεργασία με το οίκο Vina Errazuriz. Συνέχεια θα δώσει το Almaviva 1996 που θα κυκλοφορήσει στην Vinexpo 1999 από τους οίκους Mouton Rothschild και Concha y Toro και θα σφραγίσει την ένταξη της χώρας στην υψηλή κατηγορία των icon κρασιών, με τιμές κατά πολύ πολλαπλάσιες του συνηθισμένου μέσου όρου.

Και κάποια νούμερα
Η Χιλή δεν είναι πλέον μια χώρα του Νοτίου Ημισφαιρίου που παράγει ενδιαφέροντα κρασιά στην κατηγορία Νέος Κόσμος, αλλά μια ισχυρή δύναμη, ένας δυνατός ρυθμιστής στο εμπόριο του κρασιού και μια απειλή για τα ευρωπαϊκά κρασιά που ολοένα και πιο δύσκολα βρίσκουν αποδέκτες. Το χαμηλό εργατικό κόστος, η φτηνή γη, οι μεγάλες επενδύσεις που ενθαρρύνονται από το κράτος, οδήγησαν σε ελάχιστο χρόνο, σχεδόν στον τριπλασιασμό της παραγόμενης ποσότητας: από τα 300.000.000 λίτρα το 1990 (από τα οποία τα 25% εξαγόταν) στα 800.000.000 λίτρα το 2005, με το 60% να προορίζεται στις εξαγωγές! Το 1/10 της παγκόσμιας παραγωγής, που την ανέβασε στη δέκατη θέση στον κόσμο σε παραγωγή κρασιού και την πέμπτη σε εξαγωγές.

Είναι σαφές το ότι η Χιλή διανύει μια περίοδο μεγάλων εμπορικών προκλήσεων, των οποίων το αποτέλεσμα –πολλαπλασιαστικά- θα επηρεάσει όλες τις αγορές. Η εγχώρια κατανάλωση φθίνει δραματικά και η μόνη λύση είναι η επιθετική εξαγωγική πολιτική. Με αναδυόμενες αγορές αυτές της Κίνας, της Ρωσίας, της Ινδίας και επιλαχούσα τη Βραζιλία, και με σταθεροποίηση  των υφιστάμενων ευρωπαϊκών αγορών της Μεγάλης Βρετανίας, του Βελγίου και των Σκανδιναβικών χωρών, είναι σίγουρο πως την επόμενη δεκαετία η Χιλή θα παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο. Καθώς, για να επιβιώσει, θα αναγκαστεί να παίξει δυνατά με μεγέθη που θα είναι μάλλον ισοπεδωτικά, αναπόφευκτα θα επηρεάσει τη βιωσιμότητα πολλών μικρών και ανερχόμενων οινοπαραγωγών χωρών.