Ας υποθέσουμε πως διαβάζετε αυτή τη σελίδα απολαμβάνοντας μικρές γουλιές του αγαπημένου σας κρασιού. Σας παρακαλώ πολύ, κάντε μου τη χάρη και ρίξτε μια ματιά στην ετικέτα του. Διαβάστε τον αλκοολικό τίτλο. Είναι 12%, 13% ή μήπως 14%; Το γεγονός είναι πως τα τελευταία χρόνια, τα κρασιά που πίνουμε έχουν όλο και πιο υψηλούς αλκοολικούς τίτλους. Ας δούμε γιατί.
Μέχρι πριν από 10, άντε 15 χρόνια, θεωρούσαμε το 12%, έναν ωραιότατο μέσο όρο για τα ερυθρά κρασιά. Βεβαίως υπήρχαν και ορισμένες εξαιρέσεις, κάποια Châteauneuf-du-Pape από τον γαλλικό νότο ή ορισμένα λιβανέζικα châteaux, τα οποία όμως, απλά επιβεβαίωναν τον κανόνα. Όσο για τα λευκά κρασιά, το 11% ήταν ένας απόλυτα αξιοπρεπής αλκοολικός τίτλος και συγκεκριμένα στην περίπτωση των γερμανικών, η περιεκτικότητα σε αλκοόλη ήταν αρκετά πιο χαμηλή. Σήμερα τα κρασιά με λιγότερο από 13% γίνονται όλο και πιο σπάνια, ενώ ένας ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός ετικετών ομολογούν περιεκτικότητα της τάξεως του 14 ή 15%.
Γιατί όμως το κρασί έγινε τόσο υψηλόβαθμο τα τελευταία χρόνια;
Ένας βασικός παράγοντας είναι η παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας. Διότι θερμότερο καλοκαίρι σημαίνει πιο ώριμα σταφύλια, που σημαίνει περισσότερα σάκχαρα προς ζύμωση, που σημαίνει περισσότερη αλκοόλη.
Επίσης, η δυνατότητα άρδευσης, η οποία μετέτρεψε αρκετές περιοχές που κάποτε ήταν πολύ ζεστές για την αμπελοκαλλιέργεια, σε αμπελώνες. Στα μισά του 20ου αιώνα τα περισσότερα κρασιά που κυκλοφορούσαν στις αγορές παραγόταν στα εύκρατα ευρωπαϊκά κλίματα. Σήμερα πίνουμε κρασιά από την Αυστραλία, τη Νότια Αφρική και τη Νότιο Αμερική.
Υπάρχουν όμως και παράγοντες που εξαρτώνται από τους ίδιους τους οινοποιούς, οι οποίοι -ειδικά τα τελευταία 10-20 χρόνια- αφήνουν οικειοθελώς τα σταφύλια στο αμπέλι όλο και περισσότερο. Τρυγούν όλο κι αργότερα. Αυτό το φαινόμενο ξεκίνησε στην Καλιφόρνια, όπου το να αφήνουν τα σταφύλια στον ήλιο μέχρι ν’ αρχίσουν να ζαρώνουν σαν σταφίδες, έχει αναδειχτεί σε… θρησκεία. Η συγκέντρωση των σακχάρων σ’ αυτά τα σταφύλια είναι σαφώς μεγαλύτερη, καταλήγοντας σε υψηλότερο αλκοολικό τίτλο απ’ ότι αν τα σταφύλια είχαν τρυγηθεί νωρίτερα.
Τι αντίκτυπο έχει στη γεύση των κρασιών;
Η αλήθεια είναι πως τα αλκοολικά κρασιά που προκύπτουν, εμφανίζουν φοβερή ένταση χρώματος και πυκνότητα αρώματος. Η υψηλή αλκοόλη κάνει το κρασί αποπλανητικά μαλακό, πλούσιο και ιδιαίτερα θελκτικό. Όμως, αν δεν ισορροπεί από αρκετή οξύτητα, στην περίπτωση του λευκού, ή από πλούσιες τανίνες, όταν πρόκειται για ερυθρό, τότε μπορεί να φαίνεται «ζεστό» και βαρύ. Τέτοια κρασιά, μετά από 1-2 ποτήρια, κουράζουν. Δεν είναι πλέον ορεκτικά, ούτε αρκετά δροσιστικά. Γίνονται δύσκολα να τα πιεις, ιδίως με φαγητό.
Άρα, παρότι αυτά τα σούπερ-πλούσια κρασιά, που για πολλούς θεωρούνται το άκρον άωτο της μόδας, ξεχωρίζουν και παίρνουν υψηλές βαθμολογίες στις γευστικές δοκιμές των διαγωνισμών και των περιοδικών, απαιτείται προσοχή και εφαρμοσμένη έρευνα από τον οινοποιό πριν επιλέξει να οδηγήσει την παραγωγή του σ’ αυτά τα νούμερα αλκοολικών τίτλων.