GR | EN
WINEPLUS ON
ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ
NEWSLETTER
LINKS
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
HOME WINE PLUS MAGAZINE ΒΑΒΥΛΩΝΙΑ ΤΩΝ ΓΕΥΣΕΩΝ ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΑ ΔΕΙΠΝΑ ΟΙΝΟΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΕΙΣ
WINE PLUS ΧΑΡΤΗΣ ΤΩΝ ΓΕΥΣΕΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΜΑΓΕΙΡΙΚΗΣ WINE CLUB ΑΛΛΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ
ΚΡΑΣΙ ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ ΑΡΜΟΝΙΕΣ ΤΑΞΙΔΙ SPIRITS
Οι άνθρωποι του κρασιού | Αμπελο-οινικές περιοχές | Ποικιλίες σταφυλιών | Μαθαίνω το κρασί - Wine school | Το κρασί και εμείς | Δοκιμάσαμε...
Φεδερίκος Λαζαρίδης
Αλλαγές, εξελίξεις και δυναμική συνέχεια για μια οινοποιεία που έγινε 20 ετών
 
της Μαρίας Νέτσικα
φωτογραφίες: Heinz Troll

Η πρώτη φορά που ήπια Δραμινό κρασί ήταν στα τέλη της δεκαετίας του '70. Η οικογένεια μου λάμβανε επί σειρά ετών, κάθε Χριστούγεννα, ως επιχειρηματικό δώρο, μια συσκευασία με λευκό, ερυθρό και ροζέ κρασί που στην ετικέτα τους έγραφαν «Μάρμαρα Λαζαρίδης». Τότε φυσικά δεν είχα αρχίσει ακόμη να ασχολούμαι με το κρασί, οπότε ούτε σημειώσεις αλλά ούτε και γευστική μνήμη έχω από το περιεχόμενό τους. Μια δεκαετία όμως αργότερα, το 1987 για την ακρίβεια, εγώ ήμουν στη Γαλλία πλέον, έμαθα για τη δημιουργία της
Château Lazaridi, από τα αδέλφια Νίκο και Κώστα Λαζαρίδη, διάσημους στον κόσμο της μαρμαροβιομηχανίας, που αποφάσισαν να αναλάβουν δράση για την αναγέννηση της αμπελοκαλλιέργειας στον τόπο τους. Κι όσο ο ελληνικός οινολογικός κόσμος αναρωτιόταν γι' αυτή την out of the blue εμφάνιση, οι εξελίξεις έτρεχαν. Σήμερα, μετά από 20 ολόκληρα χρόνια ανάπτυξης και επενδύσεων, και ενώ η Δράμα έχει καταλάβει μια περίοπτη θέση στον αμπελουργικό μας χάρτη, η συζήτησή μου με το Φεδερίκο Λαζαρίδη, μας θυμίζει εκείνο το όχι και τόσο μακρινό παρελθόν και μας προετοιμάζει για ένα φιλόδοξο μέλλον.
 
Κύριε Λαζαρίδη, η Nico Lazaridi που για πολλούς είναι ακόμη συνώνυμη με τη Château Lazaridi ξεκίνησε ως οικογενειακή επιχείρηση. Από πότε και πως ξεκινά η εμπλοκή της οικογένειας με το κρασί;
Το κρασί προέκυψε, κάποια στιγμή στα τέλη της δεκαετίας του '70, ως ένα ευχάριστο χόμπι του πατέρα μου και σημερινού προέδρου της εταιρείας, Νίκου Λαζαρίδη. Όπως και πολλοί συνάδελφοι στο χώρο, ξεκίνησε να φτιάξει το δικό του κρασί για τη ψυχική του ηρεμία και ικανοποίηση. Σιγά-σιγά αυτό άρχισε να γίνεται πολύ πιο σοβαρό. Όσοι δοκίμαζαν το κρασί, τους άρεσε. Τον ενθαρρύνανε. Κι έτσι η όλη ενασχόληση απέκτησε μια περισσότερο επιχειρηματική μορφή. Έπαψε να αφορά στην παραγωγή απλώς ενός κρασιού του garage και κατέληξε στη σκέψη «πρέπει να το δω σοβαρά, να ελέγχω την πρώτη ύλη, να φτιάξω αργότερα ένα οινοποιείο που να πληροί όλες τις προδιαγραφές και οτιδήποτε έπεται».
 
Ξεκινήσατε στήνοντας δικούς σας αμπελώνες στη Δράμα, στην οποία -αν δεν κάνω λάθος- εκείνη την εποχή η αμπελοκαλλιέργεια και η οινοποίηση ήταν ανύπαρκτες. Γιατί αντί να αγοράζετε σταφύλια από τη διπλανή, παραγωγική Καβάλα, μπήκατε σ' αυτή την πολύχρονη περιπέτεια;
Η οικογένεια προέρχεται από το χώρο των φυσικών πετρωμάτων όπου πάντα επιθυμείς να ελέγχεις το κομμάτι της πρώτης ύλης. Οπότε το σκεπτικό μας ήταν ότι, αν θέλαμε να πετύχουμε και στο χώρο του κρασιού, θα έπρεπε κι εδώ να ελέγξουμε την ποιότητα της πρώτης ύλης. Έτσι μετά από μια σειρά ετών προετοιμασίας που είχαν να κάνουν με την πρώτη απόφαση για το που θα εγκατασταθεί ο αμπελώνας, γύρω στο 1983-84, ξεκίνησε το στήσιμό του. Τα αμπέλια μεγάλωσαν, έδωσαν τους πρώτους καρπούς και οι οινοποιήσεις έγιναν σε ένα μικρό αλλά σωστά διαμορφωμένο χώρο. Η χρονιά που οριοθετεί το εταιρικό μας ξεκίνημα, ήταν το 1987.
 
Το 1987 στην Ελλάδα, εκτός από τις γνωστές μεγάλες εταιρείες ποιοι άλλοι μικροί οινοποιοί υπήρχαν;
Καλύτερα ας το τοποθετήσουμε στην περίοδο γύρω στο 1980, όταν πια για μας, η δημιουργία της οινοποιίας άρχισε να γίνεται όνειρο ζωής και πήραμε την απόφαση ότι θα κάνουμε συγκεκριμένα βήματα σ' αυτό το χώρο. Τότε συμπέσαμε με αρκετούς, οι οποίοι είχαν την ίδια σκέψη. Δεν υπήρχε μεταξύ μας καμία σχέση εκτός από την κοινή βεβαιότητα ότι στην Ελλάδα άρχισε να διαφαίνεται μια νέα εποχή όπου ο καταναλωτής θα ζητούσε κάτι καλύτερο στο χώρο της εστίασης, πέρα από την ταβέρνα, συνεπώς και στο κρασί. Προπορευόταν μερικά χρόνια ο Χατζημιχάλης και εκείνη η πρώτη του ετικέτα με τη γαλοπούλα είχε πραγματικά κεντρίσει τη γενική περιέργεια.
 
Θυμάμαι ότι και τα δικά σας όταν πρωτοκυκλοφόρησαν είχαν κάνει αίσθηση. Καταρχάς στηρίχτηκαν αποκλειστικά σε γαλλικές ποικιλίες, έτσι δεν είναι;
Όντως. Τα πρώτα μας κρασιά ήταν τα Château Lazaridi λευκό, ροζέ και ερυθρό που έχουν την ίδια ποικιλιακή σύνθεση μέχρι σήμερα. Δηλαδή Sauvignon Blanc, Semillon, Ugn iBlanc για τα λευκά και Cabernet Sauvignon, Cabernet Franc, Merlot για τα ερυθρά. Στην αρχή οι συνολικές ποσότητες δεν ξεπερνούσαν τις 25.000 – 30.000 φιάλες. Και γιατί ο αμπελώνας ήταν νεαρός και πολύ περιορισμένος αλλά και επειδή τα πρώτα βήματα εμπεριείχαν το επιχειρηματικό ρίσκο και θέλαμε η όλη διαδικασία να χτιστεί αρκετά αργά. Θυμάμαι ότι όταν ξεκίνησε το στήσιμο του αμπελώνα, όλοι το είδαν σαν ένα αστείο. «Από πού κι ως που θα φτιάξει η Δράμα κρασί;» είχαν τότε πει. Και αργότερα, όταν κυκλοφόρησαν τα κρασιά, σχεδόν όπου πήγαινες να τα τοποθετήσεις σε κοιτούσαν μάλλον περίεργα. Κρασί από τη Δράμα και με την ένδειξη Château στο όνομα του; Ελάχιστοι πίστεψαν, όχι μόνο στο ότι η Δράμα μπορεί να βγάλει καλό κρασί αλλά και ότι η ύπαρξη των μικρών παραγωγών δεν ήταν κάτι της μόδας αλλά ένα κίνημα με πολύ πιο μακροπρόθεσμο χαρακτήρα που θα άλλαζε ριζικά την ελληνική οινοποιία.
 
Όπως και συνέβη.
Ακριβώς. Στη συνέχεια δημιουργήσαμε την Κάβα, η οποία, το 1991, μετονομάστηκε σε «Μαγικό βουνό» παραπέμποντας στο Παγγαίο και τους μύθους του. Αυτή η απόφαση της αλλαγής ονομασίας, ήταν και η δική μου, πρώτη σοβαρή εμπλοκή με την εταιρεία.
 
Κάπου εκεί δεν επήλθε και ο διαχωρισμός των δυο εταιρειών (Château Lazaridi και Κτήμα Κώστα Λαζαρίδη); Ήταν μια εξέλιξη που είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση.
Ναι, το 1992 περίπου, οι δύο εταιρείες χωρίζουν. Εμείς εξαγοράσαμε το μερίδιο του άλλου εταίρου κρατώντας την πρωτοσυσταθείσα επιχείρηση. Με τη συμφωνία μοιράστηκαν τα περουσιακά στοιχεία της εταιρείας και ο κάθε ένας τράβηξε το δικό του δρόμο. Με ξεκάθαρους πλέον στόχους, καθένας βρήκε το δικό του σχήμα, το χώρο του και προχώρησε. Αναγκαστικά, αφού έχει επέλθει αυτή η αλλαγή, η δική μου εμπλοκή ήταν πλέον πιο συστηματική και καθημερινή. Τότε πάρθηκαν οι ουσιαστικές αποφάσεις για την αλλαγή του profil της Château Lazaridi και τους μελλοντικούς της στόχους. Καταρχάς επενδύσαμε στη δημιουργία ιδιόκτητων αμπελώνων, επικεντρωμένοι πλέον στο μικρό plateau στην περιοχή της πρώην κοινότητας Αγοράς (νυν Δημοτικό Διαμέρισμα Δοξάτου). Μια περιοχή με πολύ μικρούς κλήρους, όπου με πολύ μεγάλο κόπο καταφέρνεις να συγκεντρώσεις και να ομαδοποιήσεις κάποια στρέμματα για να δημιουργήσεις σωστές εκμεταλλεύσεις. Για να φτάσουμε στη σημερινή έκταση των περίπου 600 στρεμμάτων απαιτήθηκε μια πενταετία. Τότε αποφασίσαμε να στήσουμε και τον πρώτο πειραματικό αμπελώνα με ποικιλίες ελληνικής προέλευσης της Νοτίου Ιταλίας όπως οι Grecanico, Αllianico, Falangas, Giro κλπ. 10 στρέμματα με 10 διαφορετικές ποικιλίες, λευκές και ερυθρές σε μεγάλη ποικιλία υποκειμένων και κλώνων. Αυτό ήταν ένα πείραμα το οποίο τελικά δεν μπόρεσε να δώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, διότι οι εδαφοκλιματολογικές συνθήκες της Δράμας διαφέρουν σημαντικά από αυτές των περιοχών προέλευσης τους. Θεωρώ ότι ήταν μια μικρή υπέρβαση που θέλαμε να κάνουμε εκείνη την εποχή. Ωστόσο, υπήρξαν και θετικά αποτελέσματα από το μοναδικό outsider της ομάδας, το Sangiovese, το οποίο και μετέπειτα καλλιεργήθηκε αρκετά στην περιοχή της Δράμας.      
 
Και πρέπει πλέον να πλησιάζουμε στην ολοκλήρωση του καινούργιου σας οινοποιείου στην Αγορά. Είχα έρθει στα εγκαίνια του. Ένα καλοκαίρι δεν ήταν, του 1996 ή 1997;
Καλοκαίρι του 1997.
 
Είχαμε όλοι εντυπωσιαστεί από το μέγεθος και την αισθητική του.
Εκείνη την εποχή πιστεύω πως όλα φαντάζανε μεγάλα και σπουδαία, όταν επρόκειτο για κάτι καινούργιο. Κυρίως όμως, θέλαμε να δημιουργήσουμε έναν χώρο αντίστοιχο του ονόματος που είχαμε στην αγορά και ιδίως του image του Μαγικού Βουνού που είχε ξεκινήσει μια θεαματική πορεία. Επιπλέον, είχαμε ήδη συγκεντρώσει αρκετά έργα τέχνης…
 
Τώρα που το αναφέρατε, θα ήθελα να μου πείτε και για τη διαφορετική προσέγγιση που από την αρχή είχατε στη συσκευασία των κρασιών σας. Φίνα φιάλη, ετικέτες με έργα ζωγράφων… Το κρασί απέκτησε ένα σαφέστατα κοσμοπολίτικο image
Εκτός από τις καλλιτεχνικές ανησυχίες των ιδρυτών της εταιρείας, υπήρχε και το παράδειγμα μεγάλων οίκων του εξωτερικού που είχαν χρησιμοποιήσει πίνακες στις ετικέτες των κρασιών τους, με πολύ μεγάλη επιτυχία. Βέβαια, οι πίνακες της πρώτης εποχής ήταν πολύ πιο συμβατικοί και παραστατικοί. Στη μετέπειτα εποχή μας θελήσαμε μέσα από την ετικέτα να αναδείξουμε και το δυναμισμό των νέων ελλήνων δημιουργών. Γι αυτό και δημιουργήσαμε τη Gallery Μαγικό Βουνό, μέσα στο χώρο του καινούργιου οινοποιείου. Το οποίο, ως κτήριο, προσπαθήσαμε να εντάσσεται όσο το δυνατόν καλύτερα στο περιβάλλον του. Προσέχτηκε ιδιαίτερα να μη ξεφεύγει από τον ορίζοντα της περιοχής, τα χρώματά του να δένουν με όλες στις εποχές του αμπελιού. Όσον αφορά στην οινολογική σκοπιά, ως προς τον τρόπο επεξεργασίας των σταφυλιών και παλαίωσης των κρασιών, ακολουθήσαμε μια πολύ συγκεκριμένη φιλοσοφία, την οποία σεβαστήκαμε μέχρι σήμερα.
 
Εννοείτε την πρακτική της ωρίμανσης που εφαρμόσατε τόσο στα ερυθρά, όσο και στα λευκά κρασιά σας;
Ακριβώς. Αυτή ήταν πάντα η άποψη του οινοποιείου σχετικά με το χαρακτήρα των κρασιών μας, η οποία θεωρώ πως δεν ήταν απαραίτητα λάθος. Υπήρχε από την αρχή, η φιλοσοφία που ήθελε μια βαρύτητα στα προϊόντα. Βέβαια στα επόμενα χρόνια η αγορά και ο καταναλωτής μεταλλάχτηκαν πάρα πολύ. Ο κόσμος έτεινε προς την κατανάλωση των -όσο το δυνατόν- πιο φρέσκων λευκών κρασιών με έντονα αρώματα. Μετά ήρθε η εποχή των ερυθρών με έντονο βαρέλι και των λευκών fume. Πιστεύω πως όλοι αυτοί ήταν μικροί κύκλοι μιας μεγάλης αλυσίδας και ότι σήμερα τόσο οι οινοποιοί όσο και οι καταναλωτές αρχίζουν να ισορροπούν αποκτώντας, οι μεν καταναλωτές ο καθένας την προσωπική του γεύση, οι δε οινοποιοί την προσωπική τους έκφραση. Διότι αν δεν υπάρχει αυτή η διαφοροποίηση, ποιο το ενδιαφέρον; Θα υπάρχει μόνο ένα στερεότυπο.
 
Σε αυτή τη διάθεση διαφοροποίησης στηρίχτηκε και η απόφαση να δημιουργήσετε μια δεύτερη εταιρεία (τη Μακεδών) με οινοποιείο στην Καβάλα;
Όντως, κάποια στιγμή προβληματιστήκαμε για το αν θα έπρεπε να επενδύουμε στον αμπελώνα της Δράμας ή σιγά-σιγά να ξεκινήσουμε να διαφοροποιούμαστε από πλευράς τοποθεσίας. Όπως πάντα, τα πρώτα βήματα μιας τέτοιας διαφοροποίησης προσπαθείς να τα κάνεις τόσο, όσο να μπορείς να τα ελέγξεις. Δεδομένου του ότι η Καβάλα βρισκόταν κοντά μας και είχε έναν από τους μεγαλύτερους αμπελώνες της Ελλάδας, επιλέξαμε τον Πλατανότοπο. Το 1999 αγοράσαμε 70 στρέμματα όπου χτίσαμε το καινούργιο οινοποιείο.
 
Αν δεν κάνω λάθος, το προφίλ των κρασιών της Μακεδών άλλαξαν αρκετά από τότε μέχρι σήμερα.
Έχεις δίκιο. Αρχικά στη Μακεδών προσανατολιστήκαμε στη δημιουργία κρασιών πιο μαζικής κατανάλωσης. Κρασιών περισσότερο φρέσκων που θα κάλυπταν το αντίστοιχο κενό που είχαμε σε σχέση με τον ανταγωνισμό. Βέβαια ο χώρος αυτός έχει πολύ έντονο ανταγωνισμό. Είναι ίσως η πιο δύσκολη κατηγορία, διότι εδώ εκτός από την ποιότητα και την τιμή του προϊόντος έχεις να αντιμετωπίσεις και όλες στις προωθητικές ενέργειες με τις οποίες οι μεγάλες επιχειρήσεις και τα δίκτυα στηρίζουν τα προϊόντα τους. Αυτή η προσπάθεια πιστεύω πως δεν στέφθηκε με ιδιαίτερη επιτυχία, όπως επίσης πιστεύω πως στα τόσα χρόνια δουλειάς έπρεπε να πάρουμε και εμείς ένα μάθημα. Έτσι πολύ γρήγορα, το 2000, αποφασίσαμε ότι δεν ήμασταν εμείς οι κατάλληλοι για να φτιάξουμε αυτού του είδους τα προϊόντα, όπως επίσης δεν ήμασταν οι κατάλληλοι για να διακινήσουμε τέτοιες ποσότητες. Αναθεωρήσαμε λοιπόν γενικότερα την όλη μας στρατηγική, εγκαταλείψαμε σταδιακά αυτά τα κρασιά και επανήλθαμε στη φιλοσοφία της μαμάς εταιρείας αλλά βέβαια βασισμένοι σε μια τυπολογία προϊόντων τα οποία δεν έρχονται σε σύγκρουση συμφερόντων με αυτά της Δράμας. Και έτσι σήμερα καταλήξαμε στη σειρά των δύο μονοποικιλιακών Χρυσό Λιοντάρι (Chardonnay, Cabernet Sauvignon) και στα NicoLazaridi (Semillon-Sauvignon και Syrah).
 
Και κάποια στιγμή μπήκε στην πορεία σας και η Μύκονος. Φαντάζομαι πως θα ήταν μια ενδιαφέρουσα πρόκληση.
Ήταν περίπου το 2003 όταν ήρθε σε επαφή μαζί μας ο Νίκος Ασημομύτης, οινοποιός από το νησί ο οποίος αναζητούσε συνεργασία με ένα σοβαρό «σπίτι». Ήταν το πρώτο τηλέφωνο που έκανε ο άνθρωπος, που έμεινε και το τελευταίο. Παρόλο που η Καβάλα δεν είχε ακόμη ορθοποδήσει πλήρως, η ανάγκη της εταιρείας να βρει διέξοδο προς ένα μεγάλο κέντρο, και συγκεκριμένα στη νησιωτική Ελλάδα που προβάλλεται σημαντικά και στο εξωτερικό, συνέβαλλε στο να πάρουμε την απόφαση. Η Μύκονος θεωρήθηκε ότι πιο ιδανικό. Για μας ήταν μια χρυσή ευκαιρία για να διαφοροποιηθούμε τόσο γεωγραφικά, όσο και ποικιλιακά, διότι στη Μύκονο συζητάμε για τις Κυκλαδίτικες και γενικότερα τις ελληνικές ποικιλίες. Και βεβαίως, η παρουσία μας και μόνο στο νησί, θα έδινε μεγάλη προβολή και στα προϊόντα της Δράμας. Συνεπώς οι παράμετροι μιας καλής επένδυσης ήταν εκεί. Με τον Νίκο Ασημομύτη υπήρξε εξ αρχής μια καλή επικοινωνία. Βάλαμε τους στόχους που έπρεπε να ακολουθήσουμε. Σίγουρα η καθυστέρηση της Μακεδών καθυστέρησε και το project της Μυκόνου, αλλά σήμερα που μιλάμε, ήδη το οινοποιείο βρίσκεται στο στάδιο της κατασκευής. Θεωρούμε ότι είμαστε πλέον έτοιμοι να ακολουθήσουμε την πρόκληση και προχωράμε στην υλοποίηση του αρχικού μας πλάνου.
 
Εκτός από την πλήρη ανάπτυξη του Αμπελώνα της Μυκόνου, υπάρχουν άλλα μελλοντικά σχέδια;
Τα 20 χρόνια πορείας μας χαρακτηρίστηκαν από κάποια σημαντικά γεγονότα, ένα περίπου ανά εξαετία. Δηλαδή ξεκινώντας από την ίδρυση, το πότε επήλθε η διάσπαση, το οινοποιείο στην Αγορά, η Μακεδών, ο Αμπελώνας Μυκόνου… Και θεωρώ πως σήμερα βρισκόμαστε σε μια φάση που θα πρέπει να προβληματιστούμε για το σχεδιασμό των επόμενων χρόνων. Η πρόσφατη διακοπή της συνεργασίας μας με τον οινολόγο Μπάκη Τσάλκο, με τον οποίο συνεργαζόμασταν από την αρχή, θα ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία μας, γιατί σίγουρα θα επηρεάσει και τα προϊόντα μας, άλλα περισσότερο και άλλα λιγότερο. Προχωρούμε σε έναν επαναπροσδιορισμό όλης της γκάμας των κρασιών μας, ξεκινώντας από τα πιο παλιά, τα οποία, όπως προείπα, από την ημέρα της ίδρυσης της ChâteauLazaridi μέχρι σήμερα δεν έχουν αλλάξει καθόλου. Θα δούμε ποια είναι η πορεία, ποια η εξέλιξη αυτών των προϊόντων που κυκλοφορούν σχεδόν 20 χρόνια στην αγορά. Ο κύκλος ζωής τους είναι άλλα 15, άλλα 20 χρόνια; Αυτή η αξιολόγηση γίνεται αυτή τη στιγμή.
 
Αυτό σημαίνει πως μπορεί σύντομα να αντιληφθούμε διαφοροποιήσεις στα κρασιά σας;
Ήδη το λευκό Château 2006 κυκλοφόρησε ελαφρώς πιο φρέσκο. Είναι μια μικρή διαφορά, όχι κάτι extrême όπως η κυκλοφορία στο έτος παραγωγής του. Κι αυτό ωστόσο, δεν το αποκλείω για το μέλλον, πάντοτε όμως διατηρώντας κάποια από τα βασικά χαρακτηριστικά της φιλοσοφίας μας. Είναι σαφές πως σήμερα στη Nico Lazaridi ξανακάνουμε την άσκησή μας, έχοντας όμως αυτή τη φορά στα χέρια μας, συγκεκριμένα δεδομένα. 

Δημοσιεύτηκε στο τεύχος Νο 18 – Απρίλιος 2007 του Wine Plus magazine

WINE PLUSΚΡΑΣΙΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑΤΑΞΙΔΙ...PLUS
WINE PLUS MAGAZINE
ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΑ ΔΕΙΠΝΑ
ΟΙΝΟΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΕΙΣ
ΧΑΡΤΗΣ ΤΩΝ ΓΕΥΣΕΩΝ
ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΜΑΓΕΙΡΙΚΗΣ
WINE CLUB
Οι άνθρωποι του κρασιού
Αμπελο-οινικές περιοχές
Ποικιλίες σταφυλιών
Μαθαίνω το κρασί - Wine school
Το κρασί και εμείς
Δοκιμάσαμε...
Οι άνθρωποι της γεύσης
Προϊόντα + γεύσεις
Συνταγές
Deli on the spot
Χαρτογραφώντας τη γεύση
Εστιατόρια, bistrot, wine bars...
Οι άνθρωποι της φιλοξενίας
Ελλάδα
Ευρώπη
Υπόλοιπος κόσμος
Δρόμοι του κρασιού
Ξενοδοχεία
ΑΡΜΟΝΙΕΣ
SPIRITS
WINE PLUS Καρυωτάκη 5, 546 45 Θεσσαλονίκη, Ελλάς
τηλ. 2310 888311, fax 2310 888312 , e-mail: info@wineplus.gr
Design by Redfish Ispirations
Development by Apogee Information Systems